Του Μιχάλη Τσόχου
Σε ένα δύσκολο καλοκαίρι, χωρίς επί της ουσίας προετοιμασία και με ελάχιστα φιλικά, είναι δύσκολο να λειτουργήσεις με τον τρόπο που θα ήθελες για να σχεδιάσεις την ομάδα της επόμενης σεζόν. Οταν μάλιστα έχεις μπροστά σου στο ξεκίνημα της σεζόν δύο σημαντικά ματς από την προηγούμενη χρονιά (τη ρεβάνς με τη Γουλβς και τον τελικό του Κυπέλλου) τότε τα πράγματα γίνονται ακόμη πιο περίπλοκα.
Τι μας έδειξαν τα τρία πρώτα ματς του Ολυμπιακού στο εφετινό Τσάμπιονς Λιγκ; Οτι ο Ολυμπιακός είναι εκεί, σε αυτό το επίπεδο, χάνει ή κερδίζει τα ματς στις λεπτομέρειες και το μεγάλο του πρόβλημα είναι το γκολ και η δημιουργία φάσεων. Ακόμη και στα κομμάτια των παιχνιδιών που ο Ολυμπιακός κυριαρχεί στον αγωνιστικό χώρο έναντι των αντιπάλων του, δεν βρίσκει το γκολ, όπως για παράδειγμα συνέβη στο Μάντσεστερ από το 45′ ως το 80′.
Και όπως μας δείχνουν αυτά τα ματς, αυτό συμβαίνει και σε ένα μεγάλο βαθμό γιατί ο Ολυμπιακός δεν παίρνει ακόμη πράγματα από τις μεταγραφές του, γιατί πολύ απλά, αυτές οι μεταγραφές δεν έχουν ακόμη μπει στο κλίμα της ομάδας, δεν έχουν ενσωματωθεί στο παιχνίδι της. Και αυτό συμβαίνει, γιατί δεν έχουν παιχνίδια με την ομάδα.
Η αίσθηση που δημιουργήθηκε στη μεταγραφική περίοδο ήταν ότι ο Ολυμπιακός χρειάζονταν να αντικαταστήσει γρήγορα τους παίκτες που έφυγαν με τον έναν ή τον άλλο τρόπο το καλοκαίρι. Κοινώς τον Τσιμίκα και τον Γκιλγιέρμε που πωλήθηκαν και τον Ομάρ που έφυγε ως ελεύθερος. Οντως αυτές τις τρεις μεταγραφές τις έκανε όσο πιο γρήγορα μπορούσε με αποτέλεσμα οι Ραφίνια, Χολέμπας (αυτός αποκτήθηκε για αναπληρωματικός βέβαια) και Εμβιλά να μπουν αμέσως στην ομάδα να είναι εκεί από την πρώτη στιγμή, της όποιας προετοιμασίας και από το πρώτο επίσημο ματς της σεζόν. Τους πήρε λίγο χρόνο και κάποια ματς όπως ήταν φυσικό, αλλά ενσωματώθηκαν σχετικά γρήγορα.
Δεν συνέβη το ίδιο με τον Πέπε, αλλά εκεί ο Ολυμπιακός στάθηκε άτυχος. Ο Πορτογάλος που με βάση το βιογραφικό του, είναι ένας παίκτης για τη βασική ενδεκάδα του Ολυμπιακού και μάλιστα με βασική συνεισφορά στη δημιουργία (δείτε την κάθετη λόμπα πάσα που έβγαλε στο Μάντσεστερ για τον Ελ Αραμπί), τραυματίστηκε με το που πήρε μεταγραφή στον Ολυμπιακό. Αν δεν είχε τραυματιστεί ο Πέπε πιθανότατα θα ήταν βασικός και με την Πόρτο στη θέση του Καμαρά που είχε προσβληθεί από τον covid 19 και στο Μάντσεστερ, στη θέση του Μπουχαλάκη που έπαιξε χωρίς να είναι καλά και άντεξε ένα ημίχρονο.
Με τον Πεπέ να έχει προσαρμοστεί, όπως ο Εμβιλά, ο Ολυμπιακός θα ήταν καλύτερος. Δεν λέω ότι θα έκανε οπωσδήποτε αποτέλεσμα είτε στο Πόρτο, είτε στο Μάντσεστερ, αλλά θα ήταν σίγουρα καλύτερος στη δημιουργία. Πρόκειται για έναν παίκτη που ο Μαρτίνς τον πιστεύει πολύ και έδειξε μεγάλη επιμονή για την δαπανηρή αυτή μεταγραφή (ο Ολυμπιακός τον πλήρωσε 4 εκατ ευρώ) και είναι σχεδόν βέβαιο ότι στην πορεία της σεζόν ο Πορτογάλος θα γίνει βασικός στο 4-3-3 του Μαρτίνς. Αλλά εδώ ο σχεδιασμός του Ολυμπιακού δεν ήταν προβληματικός. Είπαμε, ο Πεπέ τραυματίστηκε.
Αλλού όμως υπήρξε βασική παράλειψη και αυτή ήταν στη θέση του εξτρέμ. Ο Ολυμπιακός το ήξερε από το περασμένο Γενάρη ότι αναζητεί εξτρέμ για τη βασική ενδεκάδα. Για τον έναν ή τον άλλον λόγο ο Ολυμπιακός τελικά απέκτησε τον Μπρούμα, την τελευταία μέρα των μεταγραφών του Οκτωβρίου και επί της ουσίας ακύρωσε την παρουσία του στο πρώτο μισό του Τσάμπιονς Λιγκ, αφού δεν υπήρχαν ούτε τα ματς, ούτε ο χρόνος προσαρμογής που απαιτείται για να παίξει κάποιος παίκτης βασικός στον Ολυμπιακό. Εδώ ο Ολυμπιακός έκανε λάθος στον σχεδιασμό, άργησε και αυτό του κοστίζει στο δημιουργικό κομμάτι του παιχνιδιού του και στο γκολ.
Υπάρχει κάποιος που να αμφιβάλλει ότι αν ο Ολυμπιακός είχε έναν εξτρέμ που θα είχε το χρόνο και τα ματς που είχε ο Εμβιλά για να προσαρμοστεί στο παιχνίδι της ομάδας, και τον Πέπε καλά από την πρώτη ημέρα, ότι δεν θα είχε αυξήσει σημαντικά τις πιθανότητες του να κάνει διαφορετικό αποτέλεσμα, είτε με την Πόρτο, είτε με την Μάντσεστερ Σίτι. Και πάλι μπορεί να είχε χάσει και τα δύο ματς και με τα ίδια σκορ, αλλά οι πιθανότητες αυτό να μην είχε συμβεί θα ήταν περισσότερες. Και γενικά ο Ολυμπιακός θα είχε από την πλευρά του εξαντλήσει τις πιθανότητές του για κάτι διαφορετικό.
Βεβαίως στην περίπτωση των μεταγραφών και σε αυτή του Μπρούμα και σε αυτή του Βινάγκρε, ο οποίος επίσης ήρθε την τελευταία μέρα των μεταγραφών του Οκτωβρίου, μεγάλο ρόλο έπαιξε και η αναβλητικότητα στην απόφαση του Μαρτίνς να επιλέξει. Η επιμονή του για τον Ζαιντού και τον Ροντρίγκεζ, οι οποίες ήταν δεδομένα δύσκολες υποθέσεις και τελικά δεν ολοκληρώθηκαν ποτέ, καθυστέρησαν τον Ολυμπιακό. Ο Μαρτίνς προτίμησε να καθυστερήσει πολύ, προκειμένου να εξαντλήσει τις πιθανότητες η ομάδα να αποκτήσει το Νο1 στη λίστα του και εν τέλει αυτό το ρίσκο δεν του βγήκε, διότι ούτε τις Νο1 επιλογές απέκτησε και αυτούς που πήρε τελικά δεν τους είχε επί της ουσίας στη διάθεση του στο μισό εφετινό Τσάμπιονς Λιγκ.
Βεβαίως θα αναρωτηθεί κάποιος, ποιος είναι βέβαιος ότι οι μεταγραφές του Πέπε, του Βινάγκρε και του Μπρούμα θα βγουν σίγουρα. Κανείς είναι η απάντηση. Αλλά όποια ή όποιες από αυτές βγουν θα είναι κρίμα που ο Ολυμπιακός δεν τους είχε σε αυτά τα πρώτα τρία κρίσιμα ματς.
Παρά ταύτα στο Μάντσεστερ δεν χάθηκε κάτι. Η πρόκριση θα κριθεί στην επόμενη αγωνιστική. Ο Ολυμπιακός μοιάζει να χρειάζεται οπωσδήποτε αποτέλεσμα με τη Σίτι στο Καραϊσκάκη ή σε διαφορετική περίπτωση ήττα της Πόρτο στη Μασσαλία από τη Μαρσέιγ. Σε αυτό το δεύτερο ενδεχόμενο θα πάψει να είναι φαβορί για την τρίτη θέση, αλλά από την άλλη θα παραμένει ανοιχτή η πόρτα της πρόκρισης στους “16”.
Στην περίπτωση που ο Ολυμπιακός ηττηθεί δεύτερη φορά από τη Σίτι και η Πόρτο φύγει με τρίποντο από τη Μασσαλία, τότε ο πρωταθλητής Ελλάδας θα έχει μόνο μαθηματικές ελπίδες πρόκρισης στους “16” του Τσάμπιονς Λιγκ και όχι πραγματικές. Με λίγα λόγια αν η βαθμολογική του απόσταση από την Πόρτο μετά το πέρας της τέταρτης αγωνιστικής, είναι πάνω από 3 βαθμούς που είναι τώρα, η πρόκριση θα είναι σχεδόν αδύνατη, αν μείνει στους τρεις βαθμούς ή ακόμη περισσότερο αν μειωθεί, τότε ο Ολυμπιακός θα μείνει γερά στο παιχνίδι της 2ης θέσης. Ο Ολυμπιακός την 4η αγωνιστική χρειάζεται είτε ίδιο αποτέλεσμα με αυτό που θα κάνει η Πόρτο στη Μασσαλία, είτε καλύτερο.
Σε περίπτωση που δεν τα καταφέρει, τότε θα περιοριστεί στο κυνήγι της 3ης θέσης, που ασφαλώς και είναι σημαντικός στόχος, αλλά όχι ο μεγάλος που θα μπορούσε να κατακτήσει την εφετινή σεζόν…
Πηγή: Gazzetta