Του Νίκου Παπαδογιάννη
Ο Ολυμπιακός ηττήθηκε για 3η φορά πριν ακόμη φτάσουμε στα μισά του δρόμου, ισοβαθμεί με το Λαύριο και κινδυνεύει να τελειώσει τη σεζόν με 4-5 ήττες. Ο απολογισμός του μοιάζει με απομεινάρι, από την εποχή που αγωνιζόταν στον Κορυδαλλό και αγκομαχούσε πίσω από τα Περιστέρια και από τα Μαρούσια.
Ο Παναθηναϊκός συνεχίζει την κούρσα της Α1 αήττητος, αλλά χρειάστηκε ένα μικρό θαύμα για να νικήσει τον Κολοσσό (του 5-6), ενώ αποκλείστηκε από τον τελικό του Κυπέλλου Ελλάδας, με θύτη, τότε, την ΑΕΚ.
Τι συμβαίνει, λοιπόν; Προς τι ο αχός και ο κουρνιαχτός που βγαίνουν από το πεδίο της μάχης;; Μεγάλωσαν οι μικρομεσαίοι και οι μεγαλομεσαίοι ή μήπως μίκρυναν οι μεγαλομεγάλοι;
Έκλεισε άραγε η ψαλίδα που τα προηγούμενα χρόνια πλησίαζε τις διαστάσεις του Γκραν Κάνυον ή (όπως θα έλεγε ένας ακατονόμαστος) πρόκειται για συγκυρία συμπτωματικών συμπτώσεων;
Εάν θέλετε την ταπεινή γνώμη μου, δεν έκλεισε καμία ψαλίδα. Το στοιχείο που ενίοτε κάνει τον Ολυμπιακό και τον Παναθηναϊκό να αγκομαχάνε στα μαρμαρένια αλώνια των εγχώριων διοργανώσεων είναι η ακραία καταπόνησή τους στα μαλαματένια σαλόνια της Euroleague.
Το τσουνάμι των δίχως ανάσα ευρωπαϊκών υποχρεώσεων, όπου κάθε παιχνίδι είναι απαιτητικό ντέρμπι, φέρνει κόπωση, μπούχτισμα, τραυματισμούς, αλλά και έλλειμμα αυτοσυγκέντρωσης.
Από την αρχή της φετινής περιόδου, επιμένω ότι ο Ολυμπιακός και Παναθηναϊκός εμφανίζονται λιγότερο ισχυροί σε σχέση με την περυσινή «βερσιόν», συνεπώς και ευάλωτοι σε κάθε αναποδιά.
Η αγωνιστική μετριότητα πολλών αντιπάλων τους στη φετινή Εuroleague βοηθάει ώστε να καμουφλαριστεί το πρόβλημα, αλλά η εκτός των τειχών υπερπροσπάθεια δεν αφήνει αποθέματα σωματικών και πνευματικών δυνάμεων.
Ο «X factor» που κάνει τους δύο «αιώνιους» ακόμα πιο επιρρεπείς στη γκέλα είναι η πεποίθηση ότι το αβαντάζ της έδρας έχει τα τελευταία χρόνια μειωμένη ισχύ στα ελληνικά πλέι-οφ.
Ήταν ορθή η επισήμανση του Γιάννη Σφαιρόπουλου, χθες, ότι «κάθε χρόνο γίνεται μπρέικ στους τελικούς», ασχέτως αν αναζητούσε (και) άλλοθι για την ήττα από τον ΠΑΟΚ.
Σπανιότατα βλέπει πλέον κανείς τον Ολυμπιακό ή τον Παναθηναϊκό να ρισκάρουν τη συμμετοχή κάποιου «προβληματικού» παίκτη σε αγώνα της Α1, ακόμα και όταν είναι διάχυτη η οσμή της μπανανόφλουδας.
Η Ευρώπη είναι εκείνη που απαιτεί πανστρατιά σε εβδομαδιαία βάση και που απειλεί να τιμωρήσει κάθε στραβοπάτημα, όχι η Ελλάδα.
Στον Παναθηναϊκό πιστεύουν ότι ένα διπλό στο Φάληρο τον Ιούνιο είναι πολύ πιο εύκολη υπόθεση από ένα διπλό στη Μόσχα τον Απρίλιο. Στον Ολυμπιακό φοβούνται τη Μαδρίτη, όχι το ΟΑΚΑ. Και έχουν, αμφότεροι. απόλυτο δίκαιο.
Η ΑΕΚ, ο ΠΑΟΚ, ο Άρης και οι λοιποί καμικάζι της ελληνικής Α1 έχουν πλέον περισσότερες ευκαιρίες για να εκτοξεύσουν πυροτεχνήματα στη διάρκεια του χειμώνα.
Πρόκειται, όμως, για επιτεύγματα με ελάχιστο αντίκρυσμα πέρα από τη στιγμιαία ευωχία ενός νικηφόρου ντέρμπι και το χαμόγελο της εξέδρας.
Οι κλειστές πόρτες της Εuroleague είναι ένα διαρκές εμπόδιο που αναχαιτίζει κάθε φλόγα φιλοδοξίας, ενώ το χαμηλό επίπεδο του Champions League διέψευσε τις προσδοκίες για γέννηση εναλλακτικού πόλου εξουσίας.
Άλλωστε, η μέτρια ως κακή πορεία των τριών εκπροσώπων της Ελλάδας στη νεοσύστατη διοργάνωση (όπου πέρυσι εμφανίστηκαν πιο ανταγωνιστικοί) διαψεύδει όσους βαυκαλίζονται ότι οι εδώ τριτοτέταρτοι ανεβαίνουν.
Η ΑΕΚ είναι η μοναδική από αυτούς που παρουσιάζει σκόρπια δείγματα προόδου, αλλά και αυτή βασανίζεται από τις γνωστές παθογένειες, μέσα και έξω από το γήπεδο.
Το πρωτάθλημα της Α1 δεν είναι τόσο παρακατιανό όσο ισχυρίζονται οι κακεντρεχείς, ούτε όμως αντέχει σε μικροσκοπική ανάλυση.
Εάν χρησιμεύει σε κάτι, είναι σε ρόλο φυτωρίου για νεαρά παιδιά που ψάχνουν τον δρόμο προς το αύριο (ακόμα και πρωτοκλασάτα, όπως οι Χαραλαμπόπουλος, Μποχωρίδης, Τολιόπουλος, Μήτογλου κλπ), αλλά και πεδίου βολής για αθλητές ξεχασμένους ή «προβληματικούς»: Σχορτσανίτης, Βασιλόπουλος και άλλοι.
Αλλά αυτά τα δεδομένα ίσχυαν και τα προηγούμενα χρόνια, όπως και η ευπρόσδεκτη σκληραγώγηση άπειρων Ελλήνων προπονητών, που λίγο λίγο πορεύονται προς την καταξίωση.
Στην εποχή του ευρωπαϊκού σχίσματος, η πρόσθετη –και ίσως σημαντικότερη- υπηρεσία της Α1 είναι να αναδείξει τους παίκτες που θα στελεχώνουν από ηγετικές θέσεις την «Εθνική έκτακτης ανάγκης», ώστε να μη χαθεί το τρένο του Μουντομπάσκετ 2019.
Ο Γιαννόπουλος, ο Γκίκας, ο Αθηναίου, ο Μαυροειδής και άλλοι βετεράνοι έγιναν το Νοέμβριο ιδανική διαφήμιση, για ένα πρωτάθλημα που διεξάγεται μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας.
Εάν κάθισα να δω δέκα αγώνες της Α1 μέσα στο χειμώνα, το έκανα περισσότερο για να παρακολουθήσω τους διεθνείς που ξεδιάλεξε μέσα από τα λιμνάζοντα νερά ο Θανάσης Σκουρτόπουλος, παρά για να θαυμάσω πυροτεχνήματα τύπου ΠΑΟΚ ή ΑΕΚ ή Κολοσσού.
Πηγή: Gazzetta