Επιλογή Σελίδας


Του Θάνου Σαρρή

Το κρίκετ, ως άθλημα, ενδεχομένως να μην λέει πολλά στους Έλληνες, όμως υπάρχουν χώρες στις οποίες είναι εξαιρετικά διαδεδομένο. Μια από αυτές είναι και η Αγγλία. Τo άθλημα έχει τις ρίζες του στο Νησί από τον 16ο αιώνα. Υπολογίζεται ότι περίπου το 65% του πληθυσμού της Αγγλίας παρακολουθεί κρίκετ, γεγονός που το κατατάσσει σε δημοτικότητα πίσω μόνο από το ποδόσφαιρο, το ράγκμπι και το τένις.

Επίσης, πάρα πολλοί άνθρωποι παίζουν κρίκετ για διασκέδαση, καθώς σε πόλεις και χωριά είναι σύνηθες φαινόμενο να συγκεντρώνονται τις Κυριακές με τα ρόπαλά τους και να αγωνίζονται για ώρες. Όπως συνέβη και με άλλα αθλήματα, η εξάπλωση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας ευθύνεται για την εξάπλωση του αθλήματος σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο. Από την Αυστραλία, όπου και γεννήθηκε η πρώτη μεγάλη κόντρα με την Αγγλία, μέχρι τη Νότιο Αφρική, την Ινδία, το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές. Τα κύματα της μετανάστευσης έφεραν αρκετούς πολίτες δεύτερης γενιάς να ζουν στη Μεγάλη Βρετανία και να έχουν μάθει να αγαπούν το κρίκετ λόγω οικογενειακών καταβολών και παράδοσης. Η αντιμετώπισή τους, ωστόσο, δεν είναι πάντα ανάλογη με το ταλέντο και το πάθος τους για το σπορ.

Ένα βήμα πριν την αυτοκτονία

Tις τελευταίες εβδομάδες, το βρετανικό κρίκετ ταλανίζεται από ένα ρατσιστικό σκάνδαλο με πολλές προεκτάσεις. Το επεισόδιο χτύπησε στην «καρδιά» του αθλήματος, στο Γιόρκσαϊρ, το οποίο έχει τεράστια παράδοση, με αθλητές που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία. Ο Αζίμ Ραφίκ, πρώην αρχηγός της Εθνικής Κ-19, κατήγγειλε τον σύλλογο της περιοχής, στον οποίο άνηκε, για θεσμικό ρατσισμό. Πρόκειται για μία έννοια την οποία ακούμε συχνά, τελευταία, στον αθλητισμό.

«Μπορεί σε ό,τι αφορά τον ρατσισμό να έχουν γίνει σημαντικές προσπάθειες για την εξάλειψή του, ωστόσο αυτό που παραμένει είναι ο ρατσισμός που αποκτά μία θεσμική μορφή. Ελάχιστοι μη-λευκοί καταλαμβάνουν προπονητικές θέσεις. Τα ρατσιστικά στερεότυπα απέναντι σε ομάδες μειονοτήτων παραμένουν», έγραφε χαρακτηριστικά ο Ρίτσαρντ Τζιουλιανότι, ο οποίος έχει πραγματοποιήσει σημαντικές κοινωνιολογικές μελέτες πάνω στο ποδόσφαιρο. Έστω και καθυστερημένα, το κλαμπ του Γιόρκσαϊρ διέταξε έρευνα, η οποία βρήκε πως ο Ραφίκ ήταν θύμα «ρατσιστικού εκφοβισμού και παρενόχλησης».

Ο πρόεδρος και ο εκτελεστικός διευθυντής οδηγήθηκαν στην παραίτηση ενώ ο νέος πρόεδρος, ο Λόρδος Καμλές Πατέλ, ανέλαβε το πόστο του με στόχο να εξετάσει σε βάθος το αν υπάρχει «θεσμικός ρατσισμός» και πώς μπορεί να ξεριζωθεί. Μαζί με τα στελέχη, απομακρύνθηκαν και κάποιοι μεγάλοι χορηγοί, το Γιόρκσαϊρ αποκλείστηκε προσωρινά από διεθνή ματς, ενώ στο σπίτι του Ραφίκ έφτασαν απειλές θανάτου και άλλες κατάρες. Στη συνέντευξη που τα αποκάλυψε όλα, έχοντας καταφύγει στο Πακιστάν, αποκάλυψε ότι έφτασε κοντά στην αυτοκτονία και ότι έχασε την «πίστη του στην ανθρωπότητα». Σήμερα, στο 29μελές ρόστερ του κλαμπ φιγουράρει μόνο ένας αθλητής που δεν προέρχεται από ρίζες λευκών. Τυχαίο ή υπάρχει κάτι βαθύτερο;

Τα ξεκάθαρα δεδομένα της έρευνας

Σε πρόσφατη έρευνα του Τομ Μπράουν με τίτλο: “The sociodemographic profile of the England and Wales Cricket Board (ECB) talent pathways and first-class counties: considering the British South Asian player”, τα αποτελέσματα έδειξαν πως είναι 13 φορές πιο πιθανόν να γίνει κάποιος επαγγελματίας παίκτης αν έχει τελειώσει ιδιωτικό σχολείο.

Επίσης, είναι 34 φορές πιο πιθανό να φτάσει σε επαγγελματικό επίπεδο κάποιος, ο οποίος είναι παράλληλα λευκός και έχει ολοκληρώσει ιδιωτική εκπαίδευση, από κάποιον που έχει καταγωγή από τη Νότια Ασία και έχει φοιτήσει σε κρατικό σχολείο. Η συγκεκριμένη κοινότητα των Βρετανών με ρίζες από τη Νότια Ασία εκπροσωπεί το 8% του συνολικού πληθυσμού σε Αγγλία και Ουαλία, αλλά και το 30% εκείνων που παίζουν κρίκετ για διασκέδαση. Ο αριθμός αυξάνεται στο 50% όταν μιλάμε για τις μεγάλες πόλεις: Το Λονδίνο, το Μπέρμιγχαμ και το Μάντσεστερ. Στην έρευνα του Μπράουν, στην οποία έγιναν συνεντεύξεις με κυνηγούς ταλέντων από τις 18 ομάδες της πρώτης κατηγορίας, βρέθηκε πως υπάρχει σχεδόν 20% εκπροσώπηση της κοινότητας αυτής στις ηλικίες 10-18. Όταν, όμως, έρχεται η ώρα του επαγγελματισμού, το ποσοστό πέφτει στο 5%. Επίσης, μέσα σε μια δεκαετία, παρουσιάστηκε πτώση που αγγίζει το 40% των Βρετανών με ρίζες από Νότια Ασία που παίζουν επαγγελματικά κρίκετ.

Τα παραπάνω δεδομένα είναι αντιπροσωπευτικά της κατάστασης που επικρατεί και της διαφορετικής αντιμετώπισης που απαιτείται. Φυσικά, η αύξηση της εκπροσώπηση κοινοτήτων που συχνά υφίστανται ρατσισμό δεν ισοδυναμεί αυτόματα με την καταπολέμηση του ίδιου του ρατσισμού στα αποδυτήρια. Πολλές φορές μπορεί να πάρει τη μορφή ενός «αστείου», ενός προσωνύμιου που φαινομενικά μοιάζει «αθώο», όμως μπορεί να κάνει τη ζημιά. Η αντιμετώπιση που χρειάζεται είναι πολύπλευρη και δεν αφορά μόνο το κρίκετ, αλλά όλα τα αθλήματα που κατά καιρούς έχουν ταλαιπωρηθεί από το μικρόβιο του ρατσισμού.

Πηγή: Το Κουτί της Πανδώρας