Του Βασίλη Σαμπράκου
Η απόδοση του ΠΑΟΚ στις πρώτες τρεις αγωνιστικές του πρωταθλήματος θα φαινόταν λογικό να προβληματίζουν έντονα έναν προπονητή. Στην 1η αγωνιστική έπαιξε αρκετά, αλλά όχι τόσο που να βγει νικητής επί του ΠΑΣ Γιάννινα και τελικά δέχθηκε το σοκ μιας ήττας εντός έδρας και εκτός προγράμματος. Στην 2η και την 3η αγωνιστική νίκησε, αλλά οι δείκτες της ποιότητας έδειξαν στον προπονητή ότι η ομάδα του απέδωσε κάτω από το “συνηθισμένο” της – το συνηθισμένο του τελευταίου έτους, που χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς κατά την διαδικασία ανάλυσης της απόδοσης μιας ομάδας. Όλες αυτές τις πληροφορίες και τις διαπιστώσεις ο Ραζβάν Λουτσέσκου τις υποδέχεται με χαμόγελο που δημιουργεί την αίσθηση ότι η πίστη του στις δυνάμεις της ομάδας του και στην δυναμική της δουλειάς του δεν κλονίζεται. Πώς το κάνει αυτό ο Ρουμάνος προπονητής; Έχει ή όχι ρεαλιστική βάση αυτή η πίστη;
Όταν αποφάσιζε να επιστρέψει στον ΠΑΟΚ, ο Λουτσέσκου το έκανε με την εντύπωση ότι η μεταγραφική ενίσχυση θα είναι ανάλογη της ενίσχυσης στην θέση του προπονητή. Για μια σειρά από λόγους, και κυρίως επειδή έχει εμπιστοσύνη στον Ιβάν Σαββίδη, ο Ρουμάνος δεν κόλλησε την βελόνα της σκέψης του στο γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ δεν ενισχύθηκε επαρκώς αυτό το καλοκαίρι. Και στην εξέλιξη του χρόνου, όταν άρχισαν να προκύπτουν τα προβλήματα με τους τραυματισμούς και τους “κορονοϊούς”, ο προπονητής άρχισε να αντιλαμβάνεται το μέγεθος της δοκιμασίας που θα περάσει με τον ΠΑΟΚ στον πρώτο καιρό της σεζόν. Αυτά που βλέπει στο τερέν δεν τον εκπλήσσουν, διότι είχε επίγνωση. Αρκετοί προπονητές στη θέση του θα τα είχαν βάλει με τις μεταγραφές που δεν έγιναν, με την ατυχία που χτύπησε με τους τραυματισμούς ή τους “κορονοϊούς”, με την μέτρια φυσική ή αγωνιστική κατάσταση στην οποία βρίσκονταν οι νέοι παίκτες όταν τους παρέλαβε. Αρκετοί προπονητές χάνουν ενέργεια πάνω σε αυτές τις σκέψεις, και δεν δίνουν την ενέργεια στην αντιμετώπιση των προκλήσεων. Και αρκετοί άλλοι απλώς σηκώνουν τα χέρια ψηλά και περιμένουν την απόλυση και την αποζημίωση. Ο Λουτσέσκου ανήκει σε μια άλλη κατηγορία.
Λίγοι στη θέση του θα αναλάμβαναν την “πάμε για να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα” ευθύνη προτού δουν σημαντική ενίσχυση του ρόστερ. Ο Λουτσέσκου όμως άρχισε να μιλά για τον τίτλο από την πρώτη στιγμή και δεν έχει πάψει να μιλά για τον τίτλο και να εκφράζει την πίστη του. Και δεν πρόκειται για πολιτική στάση – λέει αυτό που πιστεύει. Γιατί το πιστεύει, ή πιο σωστά τι είναι αυτό που τον κάνει να το πιστεύει; Είναι η εμπιστοσύνη του στην ομάδα που δημιουργεί.
Όταν λέμε “ομάδα”, συχνά αναφερόμαστε στην ομαδική συμπεριφορά με όρους τακτικής. Αναφερόμαστε δηλαδή στις ομαδικές τακτικές κινήσεις στην άμυνα ή την επίθεση και στα στοιχεία της ομαδικής λειτουργίας. Συχνά ξεχνάμε να σκεφτούμε ή να διευκρινίσουμε ότι τα στοιχεία της ομάδας δεν είναι μόνο αυτά – είναι και τα ψυχικά και τα πνευματικά.
Μέσα σε 88 ημέρες, από την πρώτη προπόνηση της επιστροφής του, ο Λουτσέσκου έχει ήδη πετύχει να δημιουργήσει μια ομάδα, δηλαδή να δημιουργήσει ομαδικό πνεύμα, ομοψυχία. Το ξέραμε από την προηγούμενη φορά του ότι αυτό, δηλαδή η διαχείριση των προσωπικοτήτων και η δημιουργία του ομαδικού πνεύματος αποτελούν ένα από τα μεγαλύτερα προτερήματα του Ρουμάνου προπονητή, αλλά αυτή είναι μια δεξιότητα που χάνεται αν δεν συνεχίζει να την καλλιεργεί ένας μάνατζερ. Διότι είναι μια δεξιότητα που απαιτεί πολύ δουλειά που δεν φαίνεται. Για να νιώθουν όλοι οι ποδοσφαιριστές σημαντικοί, είτε παίζουν είτε – ειδικά αυτοί – όχι, ένας προπονητής πρέπει να δίνει σημασία. Και για να δίνει σημασία πρέπει να δίνει χρόνο. Και για να δίνει χρόνο πρέπει να αφαιρεί χρόνο από την προσωπική του ζωή και να τον επενδύει στις ανθρώπινες συναναστροφές με τους ποδοσφαιριστές του. Συχνά αυτή την δεξιότητα οι μάνατζερ την χάνουν, κι αυτό συμβαίνει επειδή σταματούν να την καλλιεργούν. Μεγαλώνουν, πλουτίζουν, είναι πολλοί οι λόγοι που τους κάνουν να “βαραίνουν” και να μειώνουν τον χρόνο και την ενέργεια που επενδύουν στην καλλιέργεια των ανθρώπινων σχέσεων. Ο Λουτσέσκου, που το έκανε πριν, συνεχίζει να το κάνει. Συνεχίζει να δίνει σημασία σε όλα τα μέλη της ομάδας του, από την μαγείρισσα στην Μεσημβρία μέχρι τον καλύτερο ποδοσφαιριστή του. Συνεχίζει να δημιουργεί και να συντηρεί την ομοψυχία. Αυτό λέγεται “φτιάχνω ομάδα”. Διότι η ομάδα ορίζεται και από τους ψυχικούς και τους συναισθηματικούς δεσμούς αλλά και από τη νοοτροπία. Και η νοοτροπία του αναπληρωματικού ή και του εκτός αποστολής ποδοσφαιριστή επηρεάζει πολύ την ομάδα, διότι “χαλάει” ή “φτιάχνει” το κλίμα, χαλάει ή φτιάχνει την αύρα, μικραίνει ή μεγαλώνει την δυναμική μιας ομάδας, ευνοεί ή αποτρέπει υπερβάσεις.
Τώρα που ζει με αγωνιστικά ελλείμματα, ο Λουτσέσκου δεν τα βάζει με την μοίρα του. Βρίσκει τρόπους για να καλύψει τα ελλείμματα με άλλα στοιχεία. Κάνει αυτό που ξέρει καλά, κάνει όλους τους παίκτες να νιώθουν σημαντικοί, τους κάνει όλους να νιώθουν ότι τους υπολογίζει, τους σέβεται, τους δίνει σημασία. Και λειτουργεί με τη συνείδηση ότι αν αντέξει η ομάδα του να περάσει την δοκιμασία μέχρι να συνέλθουν από τον κορονοϊό οι ποδοσφαιριστές που είχαν προσβληθεί και να επιστρέψουν οι τραυματίες χωρίς να απομακρυνθεί πολύ από την κορυφή ο χρόνος θα δουλέψει υπέρ της αγωνιστικής βελτίωσης της ομάδας του και θα του δώσει τις ευκαιρίες για να διεκδικήσει τον τίτλο.
Πολλοί από όσους παρακολουθούν την εξέλιξη του έργου του στον ΠΑΟΚ σήμερα εκτιμούν ότι ο Λουτσέσκου είναι υπερβολικά αισιόδοξος ή ότι έχει υπερβολική εμπιστοσύνη στην ποιότητα της δουλειάς του. Αυτό είναι κάτι που θα μας δείξει ο χρόνος. Το βέβαιο πάντως είναι ότι χάρη στη δουλειά που κάνει στην διεύθυνση της ομάδας του ο Λουτσέσκου, στο κομμάτι της διαχείρισης του ανθρώπινου δυναμικού, αυξάνει τις πιθανότητές του να τα καταφέρει – δηλαδή να οδηγήσει την ομάδα του σε μια υπερβατική πορεία σε σχέση με τις σημερινές δυνατότητές της. Ο αριθμός των έτοιμων ποδοσφαιριστών του είναι μικρός. Ο αριθμός των ποδοσφαιριστών που υποστηρίζουν με την ψυχή τους την δουλειά του όμως είναι ο μεγαλύτερος δυνατός. Κι αυτό πολύ συχνά αποδεικνύεται στοιχείο που κάνει την διαφορά στον πρωταθλητισμό. Διότι μέσα από την ομάδα, όταν υπάρχει τέτοιο πνεύμα, της αυτοθυσίας και της μάχης για την υπεράσπιση της ομάδας, του προπονητή και του συμπαίκτη, αναδύονται στοιχεία που συχνά καλύπτουν τα ελλείμματα της ατομικής ή και της ομαδικής ποιότητας.
Πηγή: Gazzetta