Του Νίκου Παπαδογιάννη
Εάν παραμερίσω για λίγο τη νηφαλιότητα και ξεκινήσω αυτό το κείμενο με όσα μου ‘ρχονται, ενστικτωδώς, να γράψω, θα πρέπει να αρπάξω από τα μούτρα τους «παντογνώστες» που κρέμασαν στον Γιαννούλη Λαρεντζάκη κουδούνια πριν ακόμη τον δουν ντυμένο με κόκκινη φανέλα.
Αυτοί ήθελαν Κλάιμπερν ή Τσάτσο Ροντρίγκεθ ή ίσως Λίλαρντ, που ήταν παιδιόθεν «ερυθρόλευκος» και θα ερχόταν στον Πειραιά κοψοχρονιά.
Επειδή όμως αυτοί οι φωστήρες του διαδικτύου και της άδειας εξέδρας είναι οι ίδιοι που απαιτούν εξοστρακισμό των Σπανούλη, Πρίντεζη και πιθανότατα οι ίδιοι που έδιωξαν κάποτε τον εστεμμένο με ευρωπαϊκό τίτλο Μπαρτζώκα, αφήνω αυτόν τον πρόλογο εδώ να υπάρχει και προχωρώ στο παρασύνθημα.
Το παρασύνθημα αφορά τον Λαρεντζάκη και όχι μόνο αυτόν. Πέρα από τον Δρυοπιδέα γκαρντ που δεν καταλαβαίνει ούτε από λιακάδα ούτε από χαλάζι και παίζει το μπάσκετ του βρέξει χιονίσει, διότι απλά έτσι τον έφτιαξαν, ο Ολυμπιακός πήρε αυτό το ματς διότι πέτυχε άλλη μία υπέρβαση, από τις ουκ ολίγες των τελευταίων εβδομάδων.
Το μοναδικό στοιχείο εκ των ων ουκ άνευ για ανδραγαθήματα τέτοιου είδους είναι η ρέντα του Κώστα Σλούκα. Όσο ο νέος αλλά τόσο παλαιός ηγέτης της ομάδας βολόδερνε εγκλωβισμένος από την άμυνα του Σφαιρόπουλου, η Μακάμπι κρατούσε τα ηνία με σταθερό χέρι.
Στο 15ο λεπτό, ο Σλούκας είχε στη στατιστική του 0 πόντους και μόνο 1 ασίστ. Δεν ήταν, όμως, παρά αντικατοπτρισμός. Το πεντάλεπτο της παραμονής του στον πάγκο τον βοήθησε να διαβάσει πιο καθαρά στο παιχνίδι και να επιστρέψει για ένα ημίχρονο οργίων.
Ναι, ημίχρονο και κάτι. Ο Σλούκας δεν αντικαταστάθηκε ούτε δευτερόλεπτο μετά την ανάπαυλα. Όπως και στο ματς με τη Μπάγερν.
Την ειδοποιό διαφορά την έκανε η αντίδραση των υπολοίπων στο σάλπισμα του μπροστάρη. Όταν ξεκίνησε η αντεπίθεση, μετά το 40-33 της ανάπαυλας, διακρίθηκαν σχεδόν όλοι όσοι συμμετείχαν στο σχέδιο.
Ο Ζαν-Σαρλ χαμήλωσε τον ορίζοντα και έκλεισε τους διαδρόμους με τις χερούκλες του, αρχικά ως «τεσσάρι» και αργότερα ως σέντερ.
Ο ΜακΚίσικ δημιούργησε ρήγματα, κέρδισε φάουλ, αξιοποίησε βολές, έδωσε ενέσεις ενέργειας.
Ο Βεζένκοφ ανέβηκε στη θέση «3» όταν ο αγώνας έφτασε στην τελική ευθεία και μπουμπούνισε άλλα δύο από τα παγερά τρίποντα που τείνουν να γίνουν σπεσιαλιτέ του.
Ο Τζένκινς κυνήγησε τον Ουίλμπεκιν παντού και κατόρθωσε να τον αποσυντονίσει, γεμίζοντας την αλα-Μπάλντγουιν στατιστική του με άστοχα τρίποντα (3/12) και χαμένες μπάλες (8).
Ο Πρίντεζης κατέφτασε από τον πάγκο μετά από 30-32 λεπτά απραξίας για να δώσει φρεσκάδα σε επίθεση και άμυνα.
Οι Έλις και Μάρτιν βοήθησαν να μείνει άπαρτο το οχυρό απέναντι σε μία Μακάμπι που έπαιξε πολλή ώρα με δίδυμους πύργους (Χάντερ, Ζίζιτς).
Ο Χαραλαμπόπουλος, αν και άστοχος, φόρεσε τα άβολα παπούτσια των Παπανικολάου, Χάρισον και έδωσε τα 15 λεπτά θάρρους που ζήτησε από αυτόν ο Μπαρτζώκας.
Ήταν μία αξιέπαινη ομαδική υπέρβαση, για έναν Ολυμπιακό που -παρά τα προβλήματα τραυματισμών- μετράει πλέον τρεις συνεχόμενες νίκες και πατάει με τα δύο πόδια μέσα στην προνομιούχο οχτάδα.
Μπορεί να μην είναι ομαδάρα περιωπής, αλλά μαθαίνει σιγά σιγά να κερδίζει τα κρίσιμα παιχνίδια και να παίρνει τις επικίνδυνες στροφές με σταθερό χέρι.
Ο Ολυμπιακός του Τελ Αβίβ έκανε πολλά λάθη (19), αλλά ήταν ήρεμος στις κρίσιμες στιγμές και έβγαλε ελεύθερα σουτ με καλή κυκλοφορία της μπάλας όταν οι περισσότερες ομάδες ποντάρουν σε ηρωισμούς.
Τα τρίποντα των Πρίντεζη, Λαρεντζάκη, Βεζένκοφ βρήκαν στόχο όχι κατά τύχη, επειδή έγιναν υπό άριστες προϋποθέσεις. Ο ίδιος Ολυμπιακός δεν ήταν που ξεκίνησε με 1/8 σουτ από τα 6,75 μέτρα;
Η άμυνα στο φινάλε ήταν ναρκοπέδιο, αλλά προδόθηκε από τις αδράνειες στη διεκδίκηση των ριμπάουντ μετά από άστοχα σουτ των Ισραηλινών.
Ο Οθέλο Χάντερ ανανέωσε τρεις ή τέσσερις κατοχές στα τελευταία έξι λεπτά, ενώ ο ΜακΚίσικ χρεώθηκε ένα σπάνιο αμυντικό λάθος, όταν έδωσε το σουτ στον Ουίλμπεκιν περνώντας «κάτω» από το σκριν.
Ο Μπαρτζώκας έβγαλε τον Αμερικανό και δεν τον ξανάβαλε. Στην παράταση, ο Ολυμπιακός έπαιξε με τρεις ψηλούς στο βαμμένο και με δύο γενναίους στην περιφέρεια.
Ο Λαρεντζάκης, που λέγαμε στο ξεκίνημα, πρωτομπήκε στο παιχνίδι λίγο πριν το τέλος της γ’ περιόδου και αμέσως ισοφάρισε το παιχνίδι με τρίποντο (52-52).
Δυσκολεύομαι να ξεχωρίσω αν ήταν σημαντικότερος καταλύτης νίκης οι 13 πόντοι του ή οι καταπληκτικές άμυνες που έπαιξε. Η στατιστική του δίνει επίσης 3 ριμπάουντ, 2 κλεψίματα, 1 ασίστ, 0 λάθη, 5/6 βολές, 5 κερδισμένα φάουλ.
Αυτό που δεν φαίνεται στα νούμερα είναι ο παράξενος συνδυασμός πάθους και ηρεμίας που φέρνει μαζί του ο 27χρονος γκαρντ, το θράσος χιλίων καρδιναλίων που έχει στην αγωνιστική του ταυτότητα.
Ναι, ξέρω. «Δεν κάνει για τον Ολυμπιακό, δεν είναι παίκτης Ευρωλίγκας». Εγώ πάλι τον θυμάμαι να κερδίζει με την αξία του ρόλο στην Εθνική Ανδρών σε ολόκληρο Μουντομπάσκετ. Φυσικά θα παίξει και στο Προολυμπιακό τουρνουά.
Μπορεί ο Λαρεντζάκης να είναι ρούκι στην Euroleague, αλλά άντεξε να παίξει και να διακριθεί δίπλα στον ΜVP του ΝΒΑ. Γιατί λοιπόν να φοβηθεί τον Άντζελο Καλοϊάρο και τον Ελάιτζα Μπράιαντ;
Πηγή: Gazzetta